Πέμπτη 3 Ιουνίου 2010

ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΠΟΥ ΤΑΙΡΙΑΞΕ ΓΑΝΤΙ


.
Όπως σε κάθε γνήσιο Πελοποννήσιο, ένα χωραφάκι με ελιές φυτεμένο με μεράκι από μακρινούς προγόνους, πέρασε και σε μένα, ακουμπισμένο πάνω στο πλάτωμα ενός καταπράσινου λόφου, στης Ηλείας τα μέρη. Κάποτε η φροντίδα του ήταν εντατικότερη, σαν μωρά φρόντιζαν τις ελιές οι δικοί μου, τις περιποιούνταν, ψήλάφιζαν τους γέρικους κορμούς τους, χάιδευαν τα λεπτά τους φυλλαράκια, καμάρωναν για τους καρπούς τους. Με άλλο δέντρο, αυτό δεν το έχω ξαναδεί. Ακόμα κι αν το λάδι ήταν λιγοστό, λιγοστή δεν ήταν η αγάπη... τι κι αν άλλα δέντρα κάρπιζαν κάθε χρόνο, τι κι αν η ελιά ήθελε περισσότερη φροντίδα και κόπο, η αγάπη μεγάλωνε με γεωμετρική πρόοδο... η ελιά, σαν ένα σοφό, σεβάσμιο μέλος της οικογένειας έμοιζε.
Άνθρωποι που μόλις αντίκριζαν το ευλογημένο με ελιές δέντρο, ένιωθαν μια στοργική, πατρική αγάπη, μια μητρική φροντίδα. Από τη στιγμή που τα ελαιόδεντρα έπεσαν και στα δικά μου χέρια, η ευθύνη ήταν βαριά. Πώς ένας άνθρωπος γεννημένος και μεγαλωμένος στην πόλη είναι δυνατόν να νιώσει αυτή τη λαχτάρα και τη στοργή; Πώς είναι δυνατόν να νιώσεις έτσι με τη γη και τους καρπούς της, όταν η δική σου γη είναι η άσφαλτος και ο δικός σου καρπός η επαγγελματική ανέλιξη; Πατρογονικές πληροφορίες φαίνεται όμως ήταν βαθιά καταχωρημένες μέσα στο τσιπάκι της ψυχής και των κυττάρων μου. Η ελιά, η «παιδοτρόφα», όπως αναφέρει κι ο Σοφοκλής, το πρώτο δέντρο που αναδύθηκε από τον κατακλυσμό του Νώε, δεν είναι τελικά δύσκολο να την αγαπήσεις.
Είναι στιγμές που ακουμπώντας πάνω στη ρίζα μιας ελιάς, αγναντεύω από τη άκρη του λόφου τον ήμερο κάμπο της Ηλείας. Το βλέμμα απλώνεται και χάνεται, συλλαμβάνει τα βουνά της Ζακύνθου και της Κεφαλλονιάς και τα φυλακίζει στην ψυχή, με τη δύναμη του μυαλού το βλέμμα φτάνει μέχρι την αντίπερα ακτή του Ιονίου, στη Σικελία, νιώθοντας τους ανθρώπους να μαζεύουν με τον ίδιο μόχθο και αγάπη την ελιά, πιθανόν χορεύοντας ταραντέλλα ή τραγουδώντας ιταλικές καντσονέτες, νιώθω το δέρμα να μουσκεύει με το υγρό, ζεστό αεράκι του Ιονίου... η ψυχή ημερεύει αγναντεύοντας τους καταπράσινους λόφους με τις ελιές, τους πευκώνες και τα κυπαρίσσια, τα μικρά χωριά με τις «λαμπάδες» του καπνού να βγαίνουν από τα τζάκια των σπιτιών... κι από τη μιά μεριά να ξεπροβάλλουν οι ιερές πέτρες της Ολυμπίας, ενώ από την άλλη, μια άλλη ιερή τοποθεσία, το Μοναστήρι του Φραγκοπηδήματος, όπου σύμφωνα με την παράδοση, βρήκε σε αυτό προστασία από τους διώκτες του ένας Φράγκος, ο οποίος καβάλα στο άλογό του πήδηξε στο γκρεμό χωρίς να πάθει τίποτα, τα πατήματα του αλόγου διακρίνονται ακόμα λένε.
Ένας τόπος, που μόνο απλώνοντας το βλέμμα σου ταξιδεύεις, άλλοτε στην εποχή της Φραγκοκρατίας, με τους ιππότες και τις πυργοδέσποινες, άλλότε στο Βυζάντιο με τους δεσποτάδες κι άλλότε, πιο πίσω στην αρχαία εποχή, που κάποιοι μαγεμένοι από την ομορφιά και την γαλήνη του τοπίου, δημιουργούσαν λαμπρό πολιτισμό επενδύοντας στην υγεία της ψυχής και του σώματος.
Κάπου εκεί λοιπόν, ανάμεσα σε χωράφια με αγριολούλουδα, μποστάνια και κτήματα με πορτοκαλιές και μανταρινιές, φυτρώνουν κάποιες ρίζες ελιές, πάνω σε ένα λόφο που παλιά θα πρέπει να ήταν θάλασσα, ακόμα και τώρα, απολιθώματα από κοχύλια σκορπισμένα ανάμεσα στα αγριόχορτα και στα νεροφαγώματα των μονοπατιών, μα και μια λεπτή άμμος σαν πούδρα, απλώνονται κάτω από τους κορμούς των δέντρων και αγκαλιάζουν τις γέρικες ρίζες που βυθίζονται βαθιά μέσα στη γη ψάχνοντας για αρχαίες, μάλλον προϊστορικές πληροφορίες.
Πώς λοιπόν να μην αγαπήσεις αυτά τα δέντρα. Μόνο να θυμηθείς τα λόγια του Μυριβήλη και θα νιώσεις την αγάπη: "Οι κορμοί των δέντρων είναι βασανισμένοι από μια αγωνιώδη προσπάθεια, συστρέφονται, γονατίζουν να προσευχηθούν, υψώνουν σκληρά μπράτσα, μέλη τυραγνισμένα από την κίνηση, όλο αγκώνες και γόνατα. Οι στριφτές ρίζες βυζαίνουν από την καρδιά της γης το χρυσό λάδι, για το καντήλι των Αγίων και για τη σαλάτα του φτωχού" ή ακόμα και τα λόγια του Σεφέρη: "...φανταζόμουνα έτσι τη θλίψη και το θάνατο, έφυγα και ξαναγύρισα στη θάλασσα. Τη νύχτα πάνω στην κουβέρτα του Αη Νικόλα ονειρεύτηκα μια παμπάλαια ελιά να δακρύζει...".
Τελικά με την ελιά το νιώθεις, αποτελεί σημείο αναφοράς του διατροφικού μας πολιτισμού, συμπορεύεται με την ιστορία, αποτελεί ζωντανό μνημείο του χρόνου, πολιτισμικό ορόσημο στην εξέλιξη του ανθρώπου.
Γιάννης Σ. - Yannis 1 Δεκεμβρίου 2004
.
Ψάχνοντας στο Διαδίκτυο να βρω τον τίτλο του αποσπάσματος του Μυριβήλη, έπεσα σε αυτό το κείμενο. Χωρίς δεύτερη σκέψη αποφάσισα να το δημοσιεύσω. Αυτός που το έγραψε πρέπει να είναι κοντοχωριανός. Ολόκληρο το κείμενο στο Hungry.gr.

2 σχόλια:

Τζων Μπόης είπε...

Βυτιναίε, κοντοχωριανός ε;
Ναι, είναι αλήθεια, μόνο που αργότερα έγινε και blogger, έγινε και εστετ και πολλά άλλα, όμως παρόλα αυτά συνεχίζει να παρεμένει παραδοσιακός ελαιοπαραγωγός!
Μα που το ανακάλυψες;

Πάντως ήταν καλό δόλωμα, ομολογώ :)

Βυτιναιος είπε...

Αναμένω μέιλ με προσωπικά δεδομένα: τόπο καταγωγής, τοποθεσία εξοχικού, χρόνο επόμενης καθόδου.