Σάββατο 26 Απριλίου 2008

ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΗΣ ΚΟΙΛΙΑΣ

Αναστάσεως ημέρα και λαμπρυνθώμεν τη πανηγύρει και αλλήλους περιπτυξώμεθα. Είπωμεν αδελφοί και τοις μισούσιν ημάς· συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει και ούτω βοήσωμεν· Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος.
Κάτι τέτοιες ημέρες, παραμονές του Πάσχα, θυμάμαι τον παππού μου πριν από χρόνια να μου περιγράφει συγκινημένος το έθιμο της Αγάπης, που υπήρχε παλιά στο χωριό. Απόγευμα Λαμπρής, μου έλεγε, η εκκλησία γέμιζε από τους χωριανούς, που με κατάνυξη παρακολουθούσαν τον Εσπερινό της Αγάπης. Μετά το τέλος του, όλοι οι άνδρες έβγαιναν ένας ένας από τη βορεινή θύρα του ναού, προς τη μεριά του νεκροταφείου, αρχίζοντας από τον προεστό, τον οποίον ο δεύτερος ασπαζόταν και έπαιρνε θέση δίπλα του, ενώ ο τρίτος ασπαζόταν τους δύο προηγούμενους και στεκόταν δίπλα στο δεύτερο.
Αυτό συνεχιζόταν έως τον τελευταίο, που έπρεπε να περάσει διαδοχικά μπροστά από όλους τους άλλους και να ανταλλάξει μαζί τους τον ασπασμό της αγάπης, να τους πει το «Χριστός Ανέστη» και να συγχωρεθούν για όλες τις έριδες της χρονιάς. Έτσι, δίπλα από τους λίγους τότε τάφους των συγγενών τους, οι άνδρες του χωριού ομονοούσαν και συγχωρούσαν ο ένας τον άλλον, από το γεροντότερο ως το νεώτερο, από τον πλούσιο και τον άρχοντα ως το φτωχό και τον ταπεινό, και άφηναν πίσω ό,τι τους χώριζε, κάνοντας πράξη το μήνυμα της ημέρας. Και βέβαια, αυτή η συγχώρεση ήταν πραγματική, καθώς ο εγωισμός εκείνα τα χρόνια δεν περίσσευε, όπως σήμερα.
Είναι άγνωστο πότε εγκαταλείφθηκε αυτή η συνήθεια. Χάθηκε μαζί με εκείνους τους γέροντες, όπως χάθηκε και το ήθος που χαρακτήριζε εκείνη την εποχή, και το οποίο είναι το πραγματικό ζητούμενο, όταν νοσταλγούμε τον «παλιό καλό καιρό». Η έλλειψη ήθους είναι που κάνει το παρόν λιγότερο «καλό» από τον «παλιό καιρό».
Σήμερα τα πράγματα έχουν κάπως αλλάξει στον εορτασμό του Πάσχα. Οι άγιες ημέρες έχουν προσλάβει χαρακτήρα κοσμικού γεγονότος και θεάματος, είναι μία ευκαιρία «φυγής από την πραγματικότητα». Η πραγματικότητα, φαίνεται, έχει γίνει τόσο αποκρουστική, ώστε με κάθε ευκαιρία να επιδιώκεται η φυγή από αυτήν. Το κύριό μας μέλημα είναι τι θα φάμε και πώς θα ντυθούμε στην Ανάσταση, δηλαδή στα δέκα εκείνα λεπτά που ο παπάς ψάλλει το «Χριστός Ανέστη». Το «Χριστός Ανέστη» που δεν ακούγεται, επειδή το καλύπτει ο θόρυβος των κροτίδων. Και πριν καλά καλά τελειώσει, οι πρώτοι έχουν ήδη αρχίσει να φεύγουν βιαστικοί, για να προλάβουν τη μαγειρίτσα, επαληθεύοντας το «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί Αυτού, και φυγέτωσαν από προσώπου Αυτού οι μισούντες Αυτόν...», που κατά τραγική σύμπτωση ψάλλεται εκείνην ακριβώς τη στιγμή. Βιαζόμαστε, γιατί αύριο έχουμε δουλειά. Πρέπει να σουβλίσουμε το αρνί. Όχι βέβαια εμείς, αλλά το μοτεράκι… Εμείς θα καθόμαστε και θα βλέπουμε από μακρυά, για να μην καπνιστούν τα ακριβοπληρωμένα ρούχα μας.
Φυσικά ούτε λόγος για την Αγάπη, το απόγευμα της Λαμπρής. Μόνο λίγα παιδάκια πηγαίνουν και ελάχιστοι ενήλικες. Μετά το φαγοπότι, πέφτει κάπως βαρύ να ξανατρέχεις στην εκκλησία.
Κάπως έτσι τελειώνει κι αυτό το Πάσχα. Το μοτεράκι θα φυλαχθεί για του χρόνου στην αποθήκη, όπως θα φυλαχθούν και οι κακίες μέσα μας, κρατώντας συντροφιά στα κιλά που πήραμε αυτές τις ημέρες. Και του χρόνου!

4 σχόλια:

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ είπε...

Δυστυχώς... το κακό προηγούμενο κάθε χρόνο επαναλαμβάνεται...

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!!

Φιλί και Γλαρένιες αγκαλιές

Βυτιναιος είπε...

Καλή Ανάσταση!

Λυδήριος είπε...

Στη φωτογραφία ποιος είναι;

Βυτιναιος είπε...

Ο Βυτιναίος παππούς μου.