Ο πάπουζας (ή τσαλαπετεινός, αγριοπετεινός, αγριοκοκοράκι, φραγκοκόκορας) είναι, αμέσως μετά το χελιδόνι, το πτηνό που συνδέεται περισσότερο με τον ερχομό της άνοιξης και ξεχωρίζει για το όμορφο και πολύχρωμο φτέρωμά του καθώς και για το λοφίο του. Ζει όλο το χρόνο στη βόρεια και την υποσαχάρια Αφρική, στην Ινδία και την Ινδοκίνα. Οι πληθυσμοί της νότιας και κεντρικής Ευρώπης, καθώς και της κεντρικής Ασίας αποδημούν το χειμώνα στην τροπική ζώνη για να διαχειμάσουν και επιστρέφουν για να ζευγαρώσουν. Στην πατρίδα μας εμφανίζεται κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Μαρτίου και παραμένει μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου, οπότε αποδημεί για το νότο.
Η ελληνική ονομασία του είναι ἔποψ. Ο Αριστοτέλης αναφέρει «ἔνιοι δὲ τῶν ὀρνίθων ἐν τοῖς ὄρεσι καὶ τῇ ὕλῃ κατοικοῦσιν, οἶον ἔποψ καὶ βρένθος». Ο Ησίοδος τον παρουσιάζει ως «ἔποψ, ἀλεκτρυὼν ἄγριος». Ο Αριστοφάνης γράφει για αυτόν στους Όρνιθες «οὕποψ μελῳδεῖν αὖ παρασκευάζεται» και ο Αισχύλος «ἔποψ ἐπόπτης τῶν αὑτοῦ κακῶν».
Η λατινική ονομασία του είναι upupa, από όπου προκύπτει η αγγλική ονομασία hoopoe και η ρουμανική pupăză. Στη βλαχική γλώσσα λέγεται «κουκουτίκουλι» (μικρός κόκορας) και «πούπουζα», που μοιάζει με το δικό μας ιδιωματικό «πάπουζας».
Στην αρχαία ελληνική γραμματεία εμφανίζεται στο μύθο της Αηδόνος και της Χελιδόνος, όπου ο βασιλιάς της Θράκης Τηρεύς μετατρέπεται σε έποπα και στην κωμωδία του Αριστοφάνη «Όρνιθες», όπου πρωταγωνιστεί ως Αθηναίος γαμπρός.
.
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο πάπουζας παλιά ήταν ένα οικόσιτο πτηνό που συνεχώς καμάρωνε ανάμεσα στις κότες και τις πάπιες και περηφανευόταν για την ομορφιά του. Πρόσεχε να μη λερώνει το όμορφο ράμφος του και το κρατούσε ψηλά. Μια μέρα σ’ ένα περίπατο που έκανε μαζί με τα άλλα ζώα της αυλής, τους επιτέθηκε ξαφνικά μια αλεπού. Τότε αυτός για να σωθεί τράπηκε πρώτος σε φυγή, εγκαταλείποντας στην τύχη τους τα υπόλοιπα ζώα, που τα έφαγε η αλεπού. Οι τύψεις και η ντροπή που ένιωσε γι’ αυτήν του την ενέργεια τον έκαναν να μην ξαναγυρίσει στο κοτέτσι και να ζει πλέον μόνος του στο δάσος.
O τσαλαπετεινός και η αλεπού (Μύθος του Αισώπου)
Ένας τσαλαπετεινός καθόταν στα κλαριά ενός ψηλού δέντρου και λαλούσε δυνατά. Η διαπεραστική του φωνή αντηχούσε μέσα στο δάσος και μια αλεπού που βρέθηκε εκεί, άκουσε τη γνώριμη φωνή του και πλησίασε στο δέντρο. Όταν η κυρα-Μάρω είδε πόσο ψηλά στεκόταν ο τσαλαπετεινός, δοκίμασε όλα τα κόλπα της για να τον κατεβάσει κάτω. Χαιρέτησε ευγενικά και με την πιο γλυκιά φωνή της είπε:
-Τα ‘μαθες τα νέα ξαδερφάκι για το σύμφωνο ειρήνης και ομόνοιας για όλα τα είδη πουλιών και ζώων; Από δω και πέρα δεν θα κυνηγάμε ο ένας τον άλλο, αλλά θα είμαστε αγαπημένοι και φίλοι. Θα ζούμε με αγάπη και φιλία ο ένας για τον άλλον. Γι αυτό, κατέβα κάτω να κάνουμε παρέα και να κουβεντιάσουμε με την ησυχία μας τα καλά νέα.
Ο τσαλαπετεινός κατάλαβε ότι η αλεπού χρησιμοποιεί τα γνωστά της τεχνάσματα και έκανε ότι βλέπει κάτι από απόσταση. Η αλεπού ρώτησε τι ήταν αυτό που έβλεπε.
- Μου φαίνεται ότι βλέπω καμιά δεκαριά σκύλους, είπε ο τσαλαπετεινός.
- Τότε, πρέπει να φύγω, είπε η αλεπού αναστατωμένη.
-Όχι ξάδερφε, μην φεύγεις σε παρακαλώ, κατεβαίνω! Υπάρχει λόγος να φοβάσαι τους σκύλους, τώρα που ζούμε σε ειρηνική εποχή! ρώτησε ο τσαλαπετεινός, για να εισπράξει την απάντηση:
-Φυσικά δεν υπάρχει λόγος, αλλά η συμφωνία δεν λέει για δέκα με έναν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου