Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

"ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ, ΕΛΥΝΑΝ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥΣ"

"Σπυρίδων Θεοδωρόπουλος, Τρίπολις 6.5.1936", γράφει στο πίσω μέρος της η φωτογραφία που βρέθηκε πριν αρκετά χρόνια μέσα σε ερειπωμένο αρχοντικό του Σκουροχωρίου, λίγο πριν την κατεδάφισή του και την ανέγερση άλλου ενός τσιμεντένιου "αθηναϊκού" σπιτιού.
Ο εικονιζόμενος νέος φοράει με περηφάνια το ντουλαμά με το ζωνάρι, από το οποίο κρέμεται ο "τσαμπουκάς" με τα κρόσσια του, το δερμάτινο σελάχι και τις θήκες με τα φυσίγγια. Στο σελάχι είναι στερεωμένη η κάμα, αμφίστομο ασημοστολισμένο μαχαίρι καυκασιανής προελεύσεως, που το έφεραν οι μάγκες της εποχής και χρησιμοποιούσαν στις δύσκολες περιστάσεις.
Οι Σκουροχωρίτες εκείνης της εποχής μάλιστα, πολλοί από τους οποίους είχαν Κεφαλλονίτικη καταγωγή και είχαν καταφύγει στην Ηλεία μετά από εγκλήματα ή γυναικοδουλειές, είχαν τη φήμη του μαχαιροβγάλτη και δεν τα πήγαιναν πάντα καλά με τους "βλάχους" που είχαν κατέβει από την Αρκαδία.
Γι' αυτό το λόγο, με τη λήξη της σχολικής χρονιάς στο Ελληνικό Σχολείο του Σκουροχωρίου, όπου πήγαιναν και οι μαθητές των γύρω χωριών, συνήθιζαν να "λύνουν τις διαφορές τους", με πολύ ξύλο που έφθανε μέχρι το αίμα και τα μελανιασμένα μούτρα.
Οι Σκουροχωρίτες ήταν και περισσότεροι και πιο ζόρικοι από τους άλλους χωρικούς. Επίσης έπαιζαν στην έδρα τους, οπότε είχαν όλα τα πλεονεκτήματα με το μέρος τους. Μια φορά όμως την έπαθαν από ένα Βυτιναίο και μάλιστα από αυτούς που δεν τους έπιανε το μάτι. Καθώς το ξύλο είχε ανάψει και η μάχη έπαιρνε άσχημη τροπή, οι Σκουροχωρίτες έβγαλαν τα μαχαίρια και κινήθηκαν απειλητικά προς τους Βυτιναίους.
Τότε ένας από αυτούς, ο πιο μικροκαμωμένος και μη υπολογίσιμος, γύρισε το χέρι του πάνω από τον ώμο του και έβγαλε μέσα από τα ρούχα του ένα τεράστιο μαχαίρι που είχε κρύψει στην πλάτη του, "πιο μεγάλο από το μπόι του", με το οποίο κινήθηκε με άγριες διαθέσεις προς τη συμμορία των "Κεφαλλονιτών", όπως τους αποκαλούσαν. Στη θέα του τεράστιου μαχαιριού, οι πιτσιρικάδες σκόρπισαν πανικόβλητοι, αφήνοντας τους Βυτιναίους ήσυχους, που επέστρεψαν στο χωριό τους θριαμβευτές. Από τότε δεν υπήρξε ξανά αψιμαχία μεταξύ των νέων των δύο χωριών, αλλά αμοιβαία ανοχή, μέχρι που σιγά σιγά τα ένστικτα ημέρεψαν και αυτές οι ιστορίες επέζησαν μόνο στις διηγήσεις των παππούδων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: