Η ανατολική (πίσω) όψη της οικίας Λεονταρίτη
.
Μέσα από τις ελιές ξεχωρίζει το ερειπωμένο σπίτι του Βασιλείου Λεονταρίτη, λίγο έξω από το χωριό μας, στο δρόμο προς τα Λασταίικα. Το οριζόντιο επίπεδο της πίσω πλευράς του κτήματος έρχεται σε αντίθεση με την επιβλητική πλαγιά που υψώνεται από μπροστά, με το νεοκλασσικό ερειπωμένο σπίτι στην κορυφή, που δυστυχώς από χρόνια καταρρέει.
Ο Βασίλειος Λεονταρίτης ήταν ένας μερακλής Πύργιος ιατρός, που στα τέλη του 19ου αιώνα ζήτησε από τον Ερνέστο Τσίλλερ να του σχεδιάσει ένα λιτό αλλά μεγαλοπρεπές εξοχικό σπίτι. Ο χαμηλός λόφος που δέσποζε του κάμπου, στην περιοχή όπου εκτεινόταν άλλοτε το τσιφλίκι του Αλή Ζορμπά, ήταν η ιδανική τοποθεσία. Στη θέση αυτή είχαν βρει αποκούμπι λίγα χρόνια πριν οι Βυτιναίοι, πριν ξεχερσώσουν το λόφο πάνω από τον Αϊ-Γιάννη και στήσουν το χωριό τους.
Ο Γερμανός αρχιτέκτων σχεδίασε ένα σχετικά μικρό αλλά επιβλητικό σπίτι, ιδανικό για τον παραθερισμό της οικογένειας. Από τα παράθυρά του φαίνονταν ο Πύργος, τα Λασταίικα και ο Άγιος Τρύφων, τα βουνά της Αρκαδίας, ενώ προς τα δυτικά ήταν η καλύτερη θέα: οι ορεινοί όγκοι της Ζακύνθου και της Κεφαλλονιάς, πίσω από τους οποίους ο ήλιος έκανε βουτιά στο Ιόνιο. Μια μικρή πινελιά Τοσκάνης είχε μπει στο ήρεμο τοπίο της περιοχής.
.
Αύγουστος 1998: περήφανο αλλά λαβωμένο, το σπίτι του Λεονταρίτη αγναντεύει το ηλιοβασίλεμα και προκαλεί το θαυμασμό των ρομαντικών περαστικών. Δίπλα του ορθώνεται η κουκουναριά. Λίγα χρόνια μετά θα ξεραθεί
.
Χαμηλά στο δρόμο, δίπλα στο πηγάδι με το πέτρινο φίλιατρο, ο πλάτανος σκίαζε τους περαστικούς που σταματούσαν για μια στάλα νερό. Ο ανηφορικός δρόμος πλαισιωνόταν από πικροδάφνες, ενώ δεξιά άπλωνε τα κλαδιά της η κουκουνάρα. Η επιβλητική σκάλα οδηγούσε στον όροφο, στη μεγαλοπρεπή δίφυλλη ξύλινη ταμπλαδωτή πόρτα. Δύο παράθυρα, ένα από κάθε πλευρά του εξώστη της εισόδου, έδιναν συμμετρία στο κτίσμα. Το αέτωμα επάνω από την ελαφρώς προεξέχουσα είσοδο, με τους λευκούς τραβηχτούς σοβάδες και το μπλε φόντο, ικανοποιούσε το μεράκι του ιδιοκτήτη. Το χώρο υποδοχής περιέβαλλαν η σάλα και δύο υπνοδωμάτια, ένα μικρό μαγειριό και μία μικροσκοπική για τα δικά μας δεδομένα τουαλέτα με καζανάκι, σπάνια πολυτέλεια για εκείνη την εποχή, όταν οι άνθρωποι συνήθως κατέφευγαν στα καταρράχια.Τζάκι δεν είχε, γιατί το χειμώνα η οικογένεια κατοικούσε στον Πύργο. Ένα μπαλκόνι, στηριγμένο σε σιδερένια φουρούσια, κοιτούσε δυτικά, προς το λόφο του χωριού μας. Ο καταρράκτης οδηγούσε στο στρωμένο με ωραίες πλάκες κατώι, όπου φυλάσσονταν τα αναχρικά του σπιτιού και τα γεννήματα του κτήματος.
Τους ευτυχισμένους χρόνους διεδέχθη η παρακμή μετά τον πόλεμο. Για ένα διάστημα κατοικήθηκε από μία βυτινιώτικη οικογένεια. Όταν έφυγε κι αυτή το σπίτι έκλεισε, ερήμωσε, χορτάριασε. Ωστόσο κρατιόταν γερό στη θέση του, με την κουκουναριά να το συντροφεύει και την ησυχία να το περιβάλλει. Το ρομαντικό εγκαταλελειμμένο σπίτι έκανε αμέτρητους οδηγούς να σταματήσουν την πορεία τους για να το θαυμάσουν, και έδωσε έμπνευση σε πολλούς ζωγράφους και φωτογράφους να το απαθανατίσουν με τον τρόπο που ο καθένας γνώριζε.
Το επόμενο μεγάλο πλήγμα ήρθε το Μάρτιο του 1993, με τους σεισμούς του Πύργου, οπότε έπαθε αρκετές ζημιές. Το έως τότε άθικτο αέτωμα τραυματίστηκε και οι τοίχοι εμφάνισαν ρωγμές. Έπειτα ήλθε η λεηλασία από τους γύφτους. Αρχικά ξήλωσαν το πλακόστρωτο δάπεδο του κατωγιού και μετά τα τούβλα κάτω από τα παράθυρα. Λαθρομετανάστες βρήκαν προσωρινό καταφύγιο, παρ' ότι δεν είχε πλέον κουφώματα. Γύρω στο 2000 η τεράστια κουκουναριά ξεράθηκε και κόπηκε, ενώ εμφανίστηκε το πρώτο πωλητήριο.
Κάπου εκεί παρουσιάστηκε μια ελπίδα, στο πρόσωπο ενός πλούσιου Έλληνα του εξωτερικού, καταγόμενου από την περιοχή, ο οποίος ερωτεύθηκε το σπίτι και το αγόρασε γύρω στα είκοσι πέντε εκατομμύρια δραχμές, αρπάζοντάς το την τελευταία στιγμή από τα χέρια κάποιου άλλου, καταγόμενου από το χωριό μας, ο οποίος είχε δώσει χέρια με τον ιδιοκτήτη του κτήματος. Ο νέος ιδιοκτήτης ζήτησε πληροφορίες για την αρχική μορφή του, έψαξε και βρήκε τα σχέδια του Τσίλλερ και όλα έδειχναν ότι σύντομα θα άρχιζαν οι εργασίες αποκαταστάσεώς του, μια και οι φήμες το θέλουν διατηρητέο. Μέχρι και δύο νέες κουκουναριές φύτεψε δεξιά και αριστερά του, προϊδεάζοντας για τις καλύτερες ημέρες που θα έρχονταν.
Πλην όμως, τίποτε δεν έγινε, άγνωστο για ποιους λόγους. Το βέβαιο είναι ότι το τοπίο δεν ήταν πια το ίδιο. Ο δρόμος μπροστά του συνδέει το Κατάκολο με την Ολυμπία και αμέτρητα αυτοκίνητα, φορτηγά και πούλμαν διαταράσσουν την επαρχιακή γαλήνη. Ακόμα χειρότερα, η εγκατάσταση ενός ξηραντηρίου σιτηρών ακριβώς απέναντι, εκτός από την ηχητική όχληση, κατέστρεψε τη θέα του ηλιοβασιλέματος. Ίσως αυτοί να ήταν οι λόγοι που το περασμένο φθινόπωρο μπήκε το δεύτερο πωλητήριο, τριακόσιες χιλιάδες ευρώ. Πολλά λεφτά για ένα ετοιμόρροπο πλέον ερείπιο και δώδεκα στρέμματα κτήμα.
Ο σεισμός του περασμένου Ιουνίου έδωσε ένα ακόμη χτύπημα στο ταλαιπωρημένο σπίτι. Η σκεπή πλέον μπάζει νερά και οι τοίχοι λιώνουν από τις βροχές. Το θέαμα είναι πιο θλιβερό και το μέλλον πιο αβέβαιο από ποτέ. Ωστόσο, η ελπίδα είναι αυτή που πεθαίνει τελευταία. Ίσως στο τέλος, για μια κατ' εξαίρεση φορά, η τέχνη νικήσει την ισοπέδωση και τη χυδαιότητα.
.
Αφιερώνω το κείμενο στο φίλο Τζων Μπόη, που μου ζήτησε πληροφορίες για το συγκεκριμένο σπίτι. Δυστυχώς δεν είχα καλύτερες φωτογραφίες στο αρχείο μου, ούτε ουσιαστικότερη πληροφόρηση. Επιφυλάσσομαι όμως και για τα δύο.
.
1 σχόλιο:
Βυτιναίε δεν έχω λόγια να σε ευχαριστήσω. Αυτό το σπίτι έχει σημαδέψει τις παιδικές μου αναμνήσεις, δεν φανταζόμουν ότι είχε αυτή την ιστορία, ούτε ότι ήταν σε σχέδια του Τσίλερ. Μακάρι να είχα την οικονομική δυνατότητα να το αγοράσω και να το ανακαινήσω, υπολογίζω ότι χρειάζονται περί τα 450 χιλ. ευρώ για να αποκτήσει την παλιά του ομορφιά, μακάρι να μπορούσα να το αποκτήσω, δυστυχώς όμως μπορώ να έχω μόνο στα ιδιόκτητα ονειρά μου.
Σε ευχαριστώ πραγματικά, γιατί ήθελα να μάθω για την ιστορία αυτού του σπιτιού, αλλά κατά έναν περίεργο λόγο δεν είχα ρωτήσει ποτέ κανέναν.
Μια από αυτές τις ημέρες που θα βρίσκομαι στην περιοχή λέω να φωτογραφίσω.
Δημοσίευση σχολίου