Οι αιώνες που ακολούθησαν την Περιήγηση του Παυσανία ήταν ταραγμένοι και σκοτεινοί. Τον 8ο αιώνα Σλαύοι κατέλαβαν την Ολυμπία μετά την καταστροφή και εγκατάλειψή της, για να χαθούν από το ιστορικό προσκήνιο τον 13ο αιώνα, αφήνοντας μαρτυρία της παρουσίας τους πολλά τοπωνύμια. Αργότερα εμφανίστηκαν οι Αρβανίτες. Η φραγκική κυριαρχία το 13ο αιώνα άφησε στον τόπο τους Γασμούλους, που προέρχονταν από πατέρα Φράγκο και μητέρα Ρωμιά. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας εγκαταστάθηκαν Γύφτοι, οι οποίοι ως δουλοπάροικοι καλλιεργούσαν τα τσιφλίκια των Τούρκων.
Η Απελευθέρωση βρήκε τους Τούρκους να φεύγουν, τους Γύφτους να εγκαθίστανται σε χωριά ή να ζουν νομαδικά στον κάμπο και νέους πληθυσμούς να κατεβαίνουν από τις ορεινές περιοχές της Γορτυνίας και των Καλαβρύτων, καθώς και από τα Επτάνησα. Σε αυτό το πληθυσμιακό μωσαϊκό της Ηλείας, όπως διαμορφώθηκε ανά τους αιώνες, προστέθηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και πρόσφυγες από την Ιωνία, που βρήκαν εδώ μια νέα πατρίδα, στη γη που είχαν αφήσει χιλιάδες χρόνια πριν οι μακρυνοί πρόγονοί τους.
.
«Ερυθραίοι δε οι Ίωνες»
.
Άποψη της μικρασιατικής Κάτω Παναγιάς πριν το 1922
.
Στο δυτικότερο άκρο της Ιωνικής χερσονήσου της Ερυθραίας, απέναντι από τη Χίο, βρισκόταν η Κάτω Παναγιά, ένα από τα μεγαλύτερα ναυτοχώρια του Αιγαίου, χτισμένη κοντά στο ακρωτήριο Ασπρόκαβος, το αρχαίο Άργεννον. Ο αμιγώς Ελληνικός πληθυσμός της ανερχόταν στις τέσσερεις χιλιάδες κατοίκους. Διοικητικώς υπαγόταν στον καζά (επαρχία) Τσεσμέ του σαντζακίου (νομού) Σμύρνης και εκκλησιαστικώς στην Ιερά Μητρόπολη Κρήνης με έδρα τον Τσεσμέ.
.
Η Βάπτισις του Χριστού στο έμβλημα της Μητροπόλεως Κρήνης. Πολλές γυναίκες πήραν κατά τη φυγή τα πιστοποιητικά των μωρών τους, ώστε αυτά να έχουν μία ταυτότητα σε περίπτωση που αποχωρίζονταν από τους γονείς τους
.
.
Είχε τρεις εκκλησίες και δεκατρία εξωκκλήσια, με προεξάρχοντα τον καλλιμάρμαρο ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου βρισκόταν η θαυματουργή χρυσοποίκιλτη εφέστια εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας του 10ου αιώνα. Λέγεται πως έτρεχαν ασθενείς απ’ όλη την Ιωνία να θεραπευτούν από τη χάρη της.
Ο καλλιμάρμαρος εκείνος ναός κτίστηκε γύρω στο 1867-1870. Είχε πρωτομάστορα σχεδιαστή του μαρμάρινου τέμπλου και του καμπαναριού τον Ιωάννη Χαλεπά και έμοιαζε αρκετά με την Παναγιά της Τήνου. Ο Χαλεπάς έμεινε πάνω από 2 χρόνια εκεί μαζί με τον 16χρονο τότε γιο του Γιαννούλη, τον θαυμάσιο μαρμαρογλύπτη Γεώργιο Χαμηλό και δυο - τρεις άλλους Τήνιους Πυργιώτες μαρμαράδες, για να τελειώσουν το έργο. Με μοναδική δεξιοτεχνία ολοκλήρωσαν το καμπαναριό, σκάλισαν τα μαρμάρινα τριαντάφυλλα του τέμπλου και επέστρεψαν στην Τήνο. Αξιοσημείωτο είναι πως ο Γιαννούλης σκάλισε κοντά στον ναό το πρώτο του γλυπτό, ένα μαρμάρινο Σάτυρο που αγοράστηκε μετά για να διακοσμήσει το σπίτι του Oμήρου Πανταζίδη, όμως στον διωγμό του ’14 το αρχοντικό εκείνο έγινε στάκτη κι έτσι το πρώτο έργο του Γιαννούλη Χαλεπά χάθηκε για πάντα, όπως και κάθε ίχνος των εκκλησιών, που αφανίστηκαν με λύσσα από τους Τούρκους. Oπως αφανίσθηκε και η θαυματουργή εικόνα. Συλήθηκε για τα χρυσά στολίδια της; Κάηκε; Θάφτηκε; Το περίεργο είναι πως η εικόνα κατά τους διωγμούς του 1914 είχε προσφυγέψει στη Χίο μαζί με τους κατοίκους του χωριού. Στην παλιννόστηση του 1919 το Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό την ξανάφερε στο χωριό και μέχρι το τραγικό ’22 η εικόνα βρισκόταν στον ναό.
.
Ο καλλιμάρμαρος εκείνος ναός κτίστηκε γύρω στο 1867-1870. Είχε πρωτομάστορα σχεδιαστή του μαρμάρινου τέμπλου και του καμπαναριού τον Ιωάννη Χαλεπά και έμοιαζε αρκετά με την Παναγιά της Τήνου. Ο Χαλεπάς έμεινε πάνω από 2 χρόνια εκεί μαζί με τον 16χρονο τότε γιο του Γιαννούλη, τον θαυμάσιο μαρμαρογλύπτη Γεώργιο Χαμηλό και δυο - τρεις άλλους Τήνιους Πυργιώτες μαρμαράδες, για να τελειώσουν το έργο. Με μοναδική δεξιοτεχνία ολοκλήρωσαν το καμπαναριό, σκάλισαν τα μαρμάρινα τριαντάφυλλα του τέμπλου και επέστρεψαν στην Τήνο. Αξιοσημείωτο είναι πως ο Γιαννούλης σκάλισε κοντά στον ναό το πρώτο του γλυπτό, ένα μαρμάρινο Σάτυρο που αγοράστηκε μετά για να διακοσμήσει το σπίτι του Oμήρου Πανταζίδη, όμως στον διωγμό του ’14 το αρχοντικό εκείνο έγινε στάκτη κι έτσι το πρώτο έργο του Γιαννούλη Χαλεπά χάθηκε για πάντα, όπως και κάθε ίχνος των εκκλησιών, που αφανίστηκαν με λύσσα από τους Τούρκους. Oπως αφανίσθηκε και η θαυματουργή εικόνα. Συλήθηκε για τα χρυσά στολίδια της; Κάηκε; Θάφτηκε; Το περίεργο είναι πως η εικόνα κατά τους διωγμούς του 1914 είχε προσφυγέψει στη Χίο μαζί με τους κατοίκους του χωριού. Στην παλιννόστηση του 1919 το Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό την ξανάφερε στο χωριό και μέχρι το τραγικό ’22 η εικόνα βρισκόταν στον ναό.
.
Παλαιός χάρτης της Ιωνίας, όπου εμφανίζονται οι αρχαίες ελληνικές πόλεις
.
.
Την ακμή της όφειλε στην ενασχόληση των κατοίκων της με τη γεωργία, τις τέχνες και τη ναυτιλία. Ξακουστές σε όλη την περιοχή ήταν οι Παναγούσαινες για την ομορφιά, τη νοικοκυροσύνη και την τραγουδιστή προφορά τους, όπως και οι ναυτικοί και ψαράδες που μαζί με τους Τσεσμελήδες και τους Αγιοπαρασκευούσηδες εκμεταλλεύονταν τους ψαρότοπους της Ιωνίας και του υπολοίπου Αιγαίου. Οι γενναίοι κάτοικοι του χωριού ήταν φημισμένοι για τη φιλοκαλία τους, την αγάπη τους στο ωραίο και στο γλέντι. Λέγεται πως όλη η Ιωνία επισκεπτόταν τα ξακουστά πανηγύρια τους, όπου οι μερακλήδες Κατωπαναγιούσηδες χόρευαν τους χορούς τους. Τα μελωδικά τραγούδια τους θεωρούνται σήμερα ισάξια με τα καππαδοκικά, ποντιακά, πολίτικα και σμυρναίικα.
.
Η ίδια περιοχή σε σύγχρονο χάρτη
.
.
Ο χρόνος στον ευλογημένο εκείνο τόπο σταμάτησε τον Αύγουστο του 1922, όταν ο ηττημένος Ελληνικός Στρατός επιβιβάστηκε στα πλοία που τον περίμεναν στο γειτονικό Τσεσμέ και επέστρεψε ταπεινωμένος στην «Παλιά Ελλάδα», αφήνοντας τους δυστυχείς Μικρασιάτες εκτεθειμένους στο λεπίδι των Τούρκων και θάβοντας το όνειρο της Μεγάλης Ελλάδος. Οι Κατωπαναγιούσοι παρέμειναν ηρωϊκά στο χωριό τους και ενώ θα μπορούσαν να διαφύγουν πριν από την Καταστροφή για τη Χίο, δεν θέλησαν να το εγκαταλείψουν. Εμπόδιζαν μάλιστα αυτούς τους λίγους που προσπαθούσαν να διαφύγουν και να σωθούν. Άφηναν τα βαπόρια να πηγαινοέρχονται άδεια και όσο μπόρεσαν υπερασπίστηκαν το χωριό τους. Δεν τα κατάφεραν φυσικά. Οκτακόσιοι χωριανοί κατεσφάγησαν ή πέθαναν σε μπουντρούμια με βασανιστικά μαρτύρια. Λίγοι απέμειναν τότε ζωντανοί, όμως σύρθηκαν αιχμάλωτοι από τους Τσέτες στα βάθη της Ανατολής. Μήνες πριν από τον τραγικό εκείνο Αύγουστο, οι Τούρκοι είχαν ήδη συλλάβει τους κληρικούς, δασκάλους, τους προκρίτους και τους προσκόπους της Κάτω Παναγιάς και τους κρατούσαν φυλακισμένους στο Κάστρο του Τσεσμέ (Αρχαία Κρήνη). Μέσα σ’ αυτή τη λαίλαπα ως τραγικότερα θύματα πρέπει να μνημονεύουμε τα παιδιά. Οι ανήλικοι πρόσκοποι της περιοχής αντιμετώπισαν σκληρή μοίρα. Ο σφαγέας τους δεν ήταν άλλος από τον μεταπολεμικό πρωθυπουργό της Τουρκίας Αντνάν Μεντερές, που καταδικάστηκε σε θάνατο με απαγχονισμό το 1961. Eστω και αργά, βρήκε τη δίκαιη τιμωρία του.
.
.
Το Τσιφτλίκ, νοτιοδυτικά του Τσεσμέ
.
.
Με τον ξεριζωμό η κοινωνία τους διαλύθηκε και οι ίδιοι σκορπίστηκαν «γδυμνοί κι απόλωλοι στην Ελλάδα, σαν τσ’ ατσίγγανοι». Ένα μέρος τους κατοίκησε στη Χώρα της Χίου, στην προσφυγική συνοικία. Εκεί πάλεψαν να διατηρήσουν άσβεστη τη μνήμη της πατρίδας που ήταν τόσο κοντά, ώστε μπορούσαν να τη βλέπουν με γυμνό μάτι, αλλά και τόσο μακρυά...
Μια άλλη ομάδα βρήκε καταφύγιο στη μακρυνή δυτική ακτή της Πελοποννήσου, δίπλα από την Κυλλήνη, όπου ρίζωσαν και έδωσαν στο νέο τους χωριό το όνομα του παλιού. Ένα χρόνο μετά τον ξεριζωμό, το 1923, το Ελληνικό Κράτος φρόντισε να απαλλοτριώσει ή να αγοράσει κτήματα από την ιερά μονή Βλαχερνών για να τα δώσει στους πρόσφυγες. Η έκταση χωρίστηκε και μοιράστηκε στις οικογένειες. Έκτοτε ακολούθησαν τις τύχες της νέας τους πατρίδας και πάλεψαν μαζί με τους ντόπιους στον αγώνα της ζωής, αντιμετωπίζοντας χαρές και λύπες, πολέμους και σεισμούς και ό,τι άλλο τους επεφύλασσε η μοίρα, διατηρώντας συγχρόνως το ναυτικό τους χαρακτήρα και τις παραδόσεις της αλησμόνητης πατρίδας. Στη Γαστούνη και στο Βαρθολομιό εγκαταστάθηκαν Αλατσατιανοί, Βατζικιανοί και Τσεσμελήδες. Γείτονες εκεί, γείτονες κι εδώ.
.
Μια άλλη ομάδα βρήκε καταφύγιο στη μακρυνή δυτική ακτή της Πελοποννήσου, δίπλα από την Κυλλήνη, όπου ρίζωσαν και έδωσαν στο νέο τους χωριό το όνομα του παλιού. Ένα χρόνο μετά τον ξεριζωμό, το 1923, το Ελληνικό Κράτος φρόντισε να απαλλοτριώσει ή να αγοράσει κτήματα από την ιερά μονή Βλαχερνών για να τα δώσει στους πρόσφυγες. Η έκταση χωρίστηκε και μοιράστηκε στις οικογένειες. Έκτοτε ακολούθησαν τις τύχες της νέας τους πατρίδας και πάλεψαν μαζί με τους ντόπιους στον αγώνα της ζωής, αντιμετωπίζοντας χαρές και λύπες, πολέμους και σεισμούς και ό,τι άλλο τους επεφύλασσε η μοίρα, διατηρώντας συγχρόνως το ναυτικό τους χαρακτήρα και τις παραδόσεις της αλησμόνητης πατρίδας. Στη Γαστούνη και στο Βαρθολομιό εγκαταστάθηκαν Αλατσατιανοί, Βατζικιανοί και Τσεσμελήδες. Γείτονες εκεί, γείτονες κι εδώ.
.
Ο Τσεσμές επάνω και το Τσιφτλίκ κάτω αριστερά, όπως φαίνονται από το δορυφόρο
.
.
Τώρα η παλιά Κάτω Παναγιά ονομάζεται Τσιφτλίκ (Çiftlik) και είναι μια παραθαλάσσια κωμόπολη που τουριστικοποιείται με εντατικούς ρυθμούς, όπως και ολόκληρη η Ερυθραία. Σε ένα κομμάτι από το μαρμάρινο τέμπλο της Παναγιάς πατάει το άγαλμα του Κεμάλ. Από τα χίλια σπίτια των Ελλήνων, τα λίγα που στέκουν ακόμη ρημάζουν. Ο χρόνος και η άναρχη τουριστική ανάπτυξη εξαφανίζουν τα απομεινάρια του παρελθόντος. Απέναντι η Χίος κρύβει τον ήλιο που βασιλεύει στο Αιγαίο.
.
.
Ερειπωμένο Κατωπαναγούσικο σπίτι στο σημερινό Τσιφτλίκ
.
.
Δεν ξανάνοιξε ποτέ
.
.
Τουριστικός χάρτης της περιοχής του Τσεσμέ. Για άλλους αυτή η γη είναι ήλιος και θάλασσα, για άλλους είναι αίμα και μνήμη
.
.
Η θέα μοιάζει με αυτήν του νέου χωριού της Ηλείας. Εδώ ο ήλιος γέρνει πίσω από τη Ζάκυνθο, για να χαθεί στα νερά του Ιονίου. Πριν χαθεί εντελώς, μια φωνή ακούγεται να τραγουδά:
«Ανατολίτικα βουνά, που ‘χετε τον αγέρα,
βλέπετε την πατρίδα μας τη νύχτα και τη μέρα.»
.
«Ανατολίτικα βουνά, που ‘χετε τον αγέρα,
βλέπετε την πατρίδα μας τη νύχτα και τη μέρα.»
.
Η νέα Κάτω Παναγιά της Ηλείας
.
.
Αν και δεν είναι ένα όμορφο, γραφικό χωριό, η Κάτω Παναγιά του Δήμου Κάστρου -Κυλλήνης διατηρεί μια γοητεία που προκύπτει από την ιστορία της και τη νοικοκυροσύνη των κατοίκων της. Την επισκεφθήκαμε βράδυ Μεγάλης Πέμπτης, μετά τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Ο Εσταυρωμένος στη μέση της εκκλησιάς και γύρω Του οι γυναίκες τραγουδούσαν το μοιρολόι της μάνας Του, καθώς ετοίμαζαν τον Επιτάφιο. Έμειναν εκεί όλο το βράδυ, όπως παλιά στην πατρίδα.
«Ήμουν μικρή όταν ήρθα εδώ», μας είπε η κυρία Γεωργία. «Δεν θυμάμαι τι γινόταν στην πατρίδα. Θυμάμαι όμως ότι τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ δεν έκλεινε η εκκλησιά καθόλου. Εμείς πάντα τους νεκρούς τους λέγαμε μοιρολόγια και τους ξημερώναμε μέσα στα σπίτια τους και επειδή Μεγάλη Πέμπτη ο Χριστός είναι νεκρός, τον ξημερώνομε. Ήταν ένα έθιμο που κρατήσαμε από την πατρίδα. Όλες οι μεγάλες γυναίκες οι πατριώτισσες λέγανε το μοιρολόι. Κάθε χρόνο το κάνουμε και πηγαίνω κι εγώ. Δεν σου ’ρχεται να πέσεις να κοιμηθείς όταν νιώθεις μια εκκλησία και γειτόνισσα μάλιστα να ’ναι ανοιχτή, όταν νιώθεις το Χριστό σταυρωμένο και να κάθονται όλοι να λένε. Εμείς έτσι το βρήκαμε και το τηρούμε. Μένει ως το πρωί η εκκλησιά ανοιχτή και λέμε το μοιρολόι που μάθαμε από τις γιαγιάδες μας.
«...Γιε μου και πού ‘ν’ τα κάλλη σου και πού ειν’ η ομορφιά σου,
«...Γιε μου και πού ‘ν’ τα κάλλη σου και πού ειν’ η ομορφιά σου,
πού ’ναι τα μάτια τα γλυκά που έβλεπα εμπρός μου…
…και τώρα, γιε μου, σ’ έχασα που ’γινες παλικάρι
πού σ’ έχανα, πού σ’ έβρισκα, μέσα στις μαντζουράνες
και τώρα, γιε μου, σ’ έβρισκα μέσα σε δυο ληστάδες...»
«Εμείς όλα μας τα έθιμα τα φέραμε εδώ», μας ξαναλέει η κυρία Γεωργία. «Όλη τη Σαρακοστή οι γιαγιάδες καθόταν μέσα στο σπίτι και λέγανε αυτό το μοιρολόι». Θυμάται και για το στολισμό του Επιταφίου: «εκείνο τον καιρό γυρίζαμε παιδάκια και μαζεύαμε βιολίτσες, λουλουδάκια, περνούσαμε σε κλωστίτσες πασχαλιές και ήμαστε όλες οι προσγυγίτσες κοπελίτσες και στολίζαμε τον Επιτάφιο και γινόταν ένας Επιτάφιος τέλειος. Τώρα όλη τη νύχτα τον στολίζουνε και το πρωί είναι έτοιμος».
.
«Εμείς όλα μας τα έθιμα τα φέραμε εδώ», μας ξαναλέει η κυρία Γεωργία. «Όλη τη Σαρακοστή οι γιαγιάδες καθόταν μέσα στο σπίτι και λέγανε αυτό το μοιρολόι». Θυμάται και για το στολισμό του Επιταφίου: «εκείνο τον καιρό γυρίζαμε παιδάκια και μαζεύαμε βιολίτσες, λουλουδάκια, περνούσαμε σε κλωστίτσες πασχαλιές και ήμαστε όλες οι προσγυγίτσες κοπελίτσες και στολίζαμε τον Επιτάφιο και γινόταν ένας Επιτάφιος τέλειος. Τώρα όλη τη νύχτα τον στολίζουνε και το πρωί είναι έτοιμος».
.
1 σχόλιο:
Η ιστορική αναφορά αξιόλογη και χρήσιμη, η κατακλείδα της ανάρτησης ιδιαίτερα συγκινητική. Άραγε ζούμε κι εμείς έτσι τη Μεγάλη Εβδομάδα και ειδικά τον Επιτάφιο; Πού είναι τα σοφά έθιμα στις μέρες μας; Μόνο το αρνί ξέρουμε να σουβλίζουμε. Και να βάφουμε κίτρινα, μπλε και πορτοκαλί αυγά. Καλή Ανάσταση.
Δημοσίευση σχολίου